Ευχαριστούμε για την παρακάτω υπέροχη ομιλία του Παν. Μητροπολίτου Πάφου κ.κ. Γεωργίου που εκφωνήθηκε ως επιμνημόσυνος λόγος στον Εθνομάρτυρα Κυπριανό στις 4 Ιουλίου 2010 στον Ιερό Ναό Φανερωμένης Λευκωσίας. Πρόκειται για λόγο εθνικό και ουσιαστικό, έτσι όπως πρέπει να είναι ο λόγος των Ιεραρχών (και όχι να παραμένουν άφωνοι). Τα εθνικά θέματα είναι ζωτικής σημασίας και χωρίς ποτέ να στοχεύουμε στη μισαλλοδοξία έχουμε ιερή υποχρέωση να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Μόνο έτσι θα διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα και ανεξαρτησία. Όχι με μισόλογα και φυσικά κυρίως όχι με απλά χαμόγελα.
Ένα Εθνεγερτήριο σάλπισμα!
Μάθημα ζωής για όλους μας!
***
Επιμνημόσυνος λόγος στον εθνομάρτυρα Κυπριανό
του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Πάφου κ. Γεωργίου.
από το περιοδικό της Εκκλησίας της Κύπρου "Απόστολος Βαρνάβας", τεύχος 7-8, Ιούλιος Αύγουστος 2010
Κάθε λαός, σε ώρες πού δοκιμάζεται η ταυτότητα του κι αμφισβητείται η πνευματική γνησιότητα του, στρέφεται κι αναζητά τις ρίζες του, αξιολογεί τις δυνάμεις του προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το παρόν και να προγραμματίσει με σύνεση το μέλλον.
Πολύ περισσότερο σε καιρούς κρίσιμους για την ίδια την εθνική, αλλά και φυσική επιβίωση του, όταν κυκλώνεται από στίφη βαρβάρων, πού το απειλούν με την αριθμητική και στρατιωτική υπεροχή τους, όταν βάλλεται πανταχόθεν, όταν φτάνοντας στα έσχατα όρια υποχωρήσεων τον πιέζουν για περαιτέρω συμβιβασμούς πού θα τον οδηγήσουν στον αφανισμό, ένα έχει χρέος: Να ατενίσει τη μακρά φάλαγγα των προγόνων του, τη φύτρα της ζωής του, να δει τους αγώνες και τις αγωνίες τους, τους πόθους και τα παθήματα τους, για να μπορέσει να συνειδητοποιήσει τις δικές του υποχρεώσεις.
Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια αντιλαμβάνομαι τη σημερινή επιμνημόσυνη τελετή. Και με κάθε δυνατή συντομία θα επιχειρήσω μια κατάδυση στο Ελληνικό μας παρελθόν, γύρω από τους Εθνομάρτυρες πού τιμούμε: τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, και τους Μητροπολίτες Πάφου Χρύσανθο, Κιτίου Μελέτιο και Κυρήνειας Λαυρέντιο.
Αναρίθμητες οι υπηρεσίες τους προς την Εκκλησία, ανεκτίμητη και η προσφορά τους προς την πατρίδα. Δεν άσκησαν απλώς φιλανθρωπία και δεν ευεργέτησαν το λαό μόνο με διδασκαλίες και ελεημοσύνες, όπως επέβαλλε το στενό ποιμαντικό τους καθήκον. Τροφοδότησαν, με τη θυσία τους, και συντήρησαν το εκκλησιαστικό και εθνικό φρόνημα των υποδούλων Ελλήνων της Κύπρου.
Ταύτισαν τη ζωή τους με τη ζωή του Γένους. Έγιναν η ηχώ της φωνής του Ελληνισμού, αναδείχθηκαν συντελεστές της εθνικής μας επιβίωσης.
Από το πολυσχιδές έργο τους, πού κάλυψε όλες τις πτυχές της ζωής του ποιμνίου τους, θα κάνω μόνο νύξη στην μεριμνά τους για την Παιδεία και θα αναφερθώ κυρίως στην υπέρτατη θυσία της ζωής τους υπέρ της εθνικής ελευθερίας, περιορίζοντας την αναφορά μου στον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, πού αντιπροσωπεύει επάξια όλους τους Εθνομάρτυρες της 9ης Ιουλίου, κληρικούς και λαϊκούς.
Οι Τούρκοι, αλλά και όλοι οι κατακτητές, τόσο οι προηγούμενοι όσο και οι μεταγενέστεροι τους, δεν απέβλεψαν μόνο στην κατάκτηση της Κύπρου, αλλά και στη διατήρηση της κατάκτησης τους. Γι' αυτό και προσπάθησαν να κρατήσουν τον λαό στην αμάθεια, ιδιαίτερα στον τομέα της εθνικής γλώσσας και της ιστορίας. Η γλώσσα είναι ένας σημαντικότατος παράγοντας, με τον όποιο εκδηλώνεται η εθνική αυτοσυνειδησία. Δεν είναι απλώς μέσο συνεννόησης. Είναι τρόπος δόμησης του κόσμου, έκφρασης αξιών, στόχευσης ιδανικών. Κι η ιστορία ως συνεκτικός δεσμός με το παρελθόν της φυλής είναι δύναμη εθνικής αυτογνωσίας μέγιστη.
Η Εκκλησία με την όλη δράση της, ιδιαίτερα όμως με τις πρωτοβουλίες της στο χώρο της Παιδείας, συνέβαλε στη διατήρηση της ταυτότητας και της αυτοσυνειδησίας του Ελληνισμού σ' όλη την περίοδο της τουρκικής κατάκτησης. Έγινε μια νέα προβατική κολυμβήθρα, στα νερά της οποίας συντελέστηκε - και όχι μόνο μια φορά - το θαύμα της ανάνηψης από την εθνική παραλυσία.
Βλέποντας την πατρίδα να πάσχει «μέγαν αυχμόν παιδείας» και «έλλειψιν Ελληνικών μαθημάτων», ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός ιδρύει το 1812 την «Ελληνική Σχολή», πού εξελίχτηκε στη συνέχεια στο σημερινό Παγκύπριο Γυμνάσιο. Μερίμνησε για σχολή και στη Λεμεσό και για άλλα εκπαιδευτήρια σε κωμοπόλεις και χωριά.
Καταλάβαινε πώς η πνευματική άνωση ενός λάου εξαρτάται από την έκταση και την ποιότητα της Παιδείας του. Διερευνώντας διεξόδους για τη φυλή στα τρομερά αδιέξοδα των καιρών του και τρόπους επιβίωσης του Γένους μέσα στον αριθμητικό κατακλυσμό των βαρβάρων, συνειδητοποιούσε πώς ο Ελληνισμός δεν είχε ποτέ την εύνοια των αριθμών. Η πνευματική του διάσταση, με το δυναμισμό της και το εύρος της το οικουμενικό, απωθούσε πάντοτε τους αριθμούς. Απωθούσε την ποσότητα. Μοίρα του πάντα, από τα μυθικά χρόνια, η ποιότητα. Και προς αυτή την κατεύθυνση έπρεπε να προσανατολισθεί, στην βελτίωση της ποιότητας του, στην πνευματική του πρόοδο και προκοπή. Έτσι συνέλαβε το νόημα της Παιδείας στο δουλωμένο Γένος ο Κυπριανός και κατ' αυτό τον τρόπο προχώρησε, πέραν από τη Στοιχειώδη Παιδεία, στην ίδρυση της Ανώτερης Ελληνικής Σχολής. Η Σχολή, όπως σημειώνεται στο Πρακτικό της σύστασης της, θα βοηθούσε στην καλυτέρευση των ηθών αλλά και θα συνέβαλλε στη διαφύλαξη και στην ενίσχυση της εθνικής αυτοσυνειδησίας και ελπίδας.
Και πράγματι μπορούμε σήμερα να ομολογούμε, πως η Ελληνική Παιδεία στάθηκε η πραγματική σχεδία του βίου μας. Ίσως αυτή τη δύναμη της Παιδείας να 'χουν υπόψη τους όσοι επιχειρούν σήμερα να μας αποκόψουν από το ελληνικό πρότυπο Παιδείας και όσοι έθεσαν ως στόχο ζωής την παραχάραξη της ιστορίας μας.
Και μόνον η μεριμνά του για την Ελληνική Παιδεία της νήσου, ακόμα κι αν δεν μεσολαβούσε ο ηρωικός θάνατος του, θα κατέτασσε τον Κυπριανό στο πάνθεο των ηρώων του Έθνους, Εκείνο, όμως, πού του προσέδωσε κορυφαία θέση στη συνείδηση του Κυπριακού Ελληνισμού ήταν η υπέρτατη θυσία του.
Η Ιστορία της Εκκλησίας της Κύπρου σ' όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας είναι η ιστορία των Ελλήνων Κυπρίων, πού αγωνίζονται συνεχώς να διατηρήσουν ό,τι ιερόν έχουν: την Ορθόδοξη τους πίστη, την Ελληνική τους γλώσσα και την εθνική τους συνείδηση. Μα και να αποκτήσουν ό,τι πρόσκαιρα έχασαν την εθνική τους ελευθερία. Κι ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός είχε συναίσθηση των ευθυνών και της θέσης του ως Εθνάρχου των αλυτρώτων Κυπρίων. Αμετάθετος στόχος του ήταν η απελευθέρωση της Κύπρου. Στο στόχο αυτό αποσκοπούσαν όλες οι επί μέρους ενέργειες του. Η καρδιά του σκιρτούσε στην προσδοκία της επανάστασης και στο δράμα της απελευθέρωσης. Μα εκτός από τον πατριωτισμό, διέθετε και σύνεση και διορατικότητα.
Είχε διαβλέψει, και πολύ ορθά, την ιδιότυπη θέση της Κύπρου μέσα στον Ελληνικό και Μουσουλμανικό κόσμο, στο κέντρο του Σουλτανικού Κράτους. Κάθε απόπειρα ένοπλης εξέγερσης των Κυπρίων θα καταπνιγόταν αμέσως στο αίμα από δυνάμεις πού θα αποβιβάζονταν γρήγορα από τις γύρω περιοχές, ενώ αντίθετα η κύρια εστία της επανάστασης, η κυρίως Ελλάδα, βρισκόταν μακρυά και δεν μπορούσε να προσδοκάται βοήθεια απ' εκεί. Γι' αυτό το λόγο ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός υποσχέθηκε αμέριστη την ηθική και υλική υποστήριξη στον κυοφορούμενο αγώνα. Εξέγερση στην ίδια την Κύπρο ήταν πρακτικά αδύνατη και εθνικά Επιζήμια.
Κι όμως η Κύπρος δεν διέφυγε την καταστροφή. Η Κύπρος και ο Αρχιεπίσκοπος της πλήρωσαν με το αίμα τους την ταπείνωση και τον εξευτελισμό, πού υφίστατο η Οθωμανική Αυτοκρατορία στη ξηρά και στη θάλασσα από τις δυνάμεις της επανάστασης.
Ο Κυπριανός δεν ήταν απροετοίμαστος γι' αυτή τη θυσία.
Ήξερε, πώς η ελευθερία περισσότερο από κάθε άλλο αγαθό, εκτός από μόχθους και ανδρεία απαιτούσε και άφθονο μαρτυρικό αίμα κι ήταν έτοιμος γι' αυτό. Τα ύπουλα σχέδια του αιμοσταγούς διοικητή περιήλθαν έγκαιρα σε γνώση του. Πολλοί τον πρότρεψαν να φύγει, κι είχε την ευχέρεια. Μα αυτό θα ήταν αντίθετο προς τις αρχές και τις πεποιθήσεις του. Ήταν ανάγκη να στηρίξει το λαό του με την έμπρακτη εφαρμογή των διακηρύξεων του. Το «θνήσκε υπέρ πίστεως και μάχου υπέρ πατρίδος», πού έθετε ως κορωνίδα στην ιδρυτική πράξη της Ελληνικής Σχολής, θα εφαρμοζόταν πρώτα από τον 'ίδιο.
Όταν κάποιος μπορεί ενσυνείδητα να πεθάνει, γνωρίζει τί ακριβώς ζήτα. Κι ο Κυπριανός ήξερε τί ζητούσε. Επεδίωκε τη στήριξη του ποιμνίου του στη γη των πατέρων του, μέχρι την ημέρα πού θα δημιουργούνταν οι προϋποθέσεις για τη λύτρωση, την εθνική του αποκατάσταση.
Συνεχιστής της εθνικής παράδοσης του Ορθοδόξου Ελληνικού Κλήρου, γνωρίζει, πώς δεν γίνεται τίποτε το μεγάλο χωρίς αίμα και θυσία. Η προσφορά της ζωής είναι η υπέρτατη προσφορά, πού ζωογονεί το δένδρο κάθε ιερού ιδανικού.
Έτσι την 9η Ιουλίου 1821 απαγχονίζεται, με τη συναίσθηση ότι η θυσία του θα ριζώσει βαθύτερα στις ψυχές των υποδούλων την πίστη στην Ελληνική ιδέα. Μπροστά στην αγχόνη ξεδιπλώθηκε όλον το παρελθόν της φυλής του. Τα μάτια του εκτόξευσαν τη λάμψη της περηφάνειας, πού δεν σβήνει ούτε στην πτώση, ούτε στο θάνατο, κι άφησε στο λαό του το σπέρμα για μια νέα ζωή.
Απαγχονίστηκε ο Κυπριανός και καρατομήθηκαν οι Μητροπολίτες. Μα υπάρχουν θάνατοι, πού αξίζουν περισσότερο από τη ζωή. Υπάρχουν πτώσεις, πού αξίζουν όσο και η ανάσταση. Ο Κυπριανός έγινε θρύλος. Ο τάφος του έγινε τάφος ζωαρχίας για να αντλεί ο λαός του τα στοιχεία για τη νέα του ζωή, πού θ' απεργάζονταν την ελευθερία του.
Η τέλεση εθνικών μνημοσυνών και η ανάμνηση θλιβερών επετείων δεν αποσκοπούν στην ανανέωση των θρήνων. Τελούμε το σημερινό μνημόσυνο για να κρατήσουμε ζωντανή την ιστορική μνήμη ως συνεκτικό δεσμό με το παρελθόν της φυλής και ως δύναμη αυτογνωσίας. Και για να αντλήσουμε, ως εκ τούτου, διδάγματα για τη δική μας πορεία. Γιατί σ' ένα τραγικό γύρισμα των καιρών βρισκόμαστε και σήμερα αντιμέτωποι με τον ίδιο βάρβαρο κατακτητή, με τον ίδιο προαιώνιο εχθρό της φυλής, με την πατρίδα να βαδίζει, και πάλι, τη γνώριμη σ' αυτήν οδό του μαρτυρίου.
Η σημερινή επιμνημόσυνη τελετή έχει σκοπό να υπενθυμίσει, ότι είμαστε γνήσιοι απόγονοι και συνεχιστές των Εθνομαρτύρων της 9ης Ιουλίου 1821, συνέχεια της ίδιας φυλής. Και να δώσει, γι' αυτό το λόγο, δια στόματος του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, αποστομωτική απάντηση σ' όσους, δικούς μας και ξένους, θέτουν διλήμματα ανιστόρητα στο λαό, σ' όσους με υποκλίσεις εθνικής ταπείνωσης και υπόσκαψης των συντεταγμένων αυτοπροσδιορισμού μας, υποθηκεύουν το μέλλον μας στους Τούρκους. Να αφυπνίσει όσους έχουν παραδοθεί στη νωχέλεια και στον εφησυχασμό, όσους μετρούν τα πάντα με τη συμβατική αριθμητική και τον συσχετισμό δυνάμεων όσους το πνεύμα του κοσμοπολιτισμού των ήμερων μας είχε σαν συνέπεια την αποδυνάμωση της σύνδεσής τους με τις ρίζες της φυλής, και όσους είναι διατεθειμένοι να συμβιβαστούν με ό,τι, στη μεγαλοψυχία του, προσφέρει ο κατακτητής.
Ήταν και τότε δύσκολες οι περιστάσεις και τα αδιέξοδα φοβερά. Υπήρχαν και τότε φωνές για αποδοχή των πραγματικοτήτων, πού είχαν ως μέγιστη στόχευση την απλή φυσική επιβίωση για την αποφυγή χειρότερων δεινών, την αποφυγή μιας επαπειλούμενης γενοκτονίας.
Ούτε και οι ξένοι ήσαν ευνοϊκότερα διακείμενοι, τότε, προς τον Ελληνισμό. Κι αν σήμερα ή Ελλάδα, το φυσικό στήριγμα μας, για να μείνει ορθή στα πικρά δεκανίκια της δέχεται φίμωτρο πού της κλείνει το στόμα στα εθνικά θέματα, δεν βρισκόταν, και τότε, σε καλύτερη κατάσταση. Σφαγές, απαγχονισμοί, λεηλασίες και εμπρησμοί απειλούσαν με αφανισμό ολόκληρη τη χώρα. Κι η Κύπρος ήταν και τότε μακρυά.
Λαός και ηγεσία, όμως, είχαν τότε συνείδηση του χρέους. Αισθάνονταν βαθιά τις ρίζες τους στην ιστορία, στον πολιτισμό, στη γη τους. Ήξεραν από που έρχονταν και που πήγαιναν. Κι αυτά τους προσδιόριζαν τον τρόπο ζωής και δράσης τους. Ήξερε κι ο Κυπριανός, όπως κι ο Λεωνίδας κι ο Παλαιολόγος προηγουμένως, κι όπως ο Αυξεντίου κι ο Μάτσης σε κατοπινούς χρόνους, ότι το φυσικό τέλος ήταν αναπότρεπτο κι ο εχθρός θα περνούσε. Για την ηθική, όμως, δεν έχει σημασία το αποτέλεσμα της θυσίας. Μεγαλύνεται η πράξη. Και γίνεται συντελεστής συντήρησης του έθνους μέχρι την ανατολή καλύτερων ήμερων. Αν κριτήριο στην πράξη του Λεωνίδα ήταν ο Εφιάλτης, αν ο Παλαιολόγος καθοδηγείτο από τους οποιουσδήποτε Τουρκόφρονες κι ο Αυξεντίου από τους κάθε λογής Αγγλόφιλους, ως έθνος και ως φυλή θα είχαμε χαθεί από καιρό.
Το χρέος μας είναι και σήμερα ξεκάθαρο. Οφείλουμε να αντέξουμε. Να ανακτήσουμε την εθνική αξιοπρέπεια μας πού παραμελήσαμε από καιρό. Η ανοχή μας - το βλέπουμε καθημερινά -, εκτραχύνει όχι μόνο τον Τούρκο κατακτητή, αλλά και τον ίδιο τον εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών πού αντί να υπερασπίζεται αρχές, μας λοιδορεί και μας εκβιάζει. Η ανοχή μας εκτρέπει, πολλές φορές, και τους Ευρωπαίους εταίρους μας.
Καθοδηγητές στις αποφάσεις και στις πράξεις μας πρέπει να είναι η ιστορία και οι προγονοί μας. Δεν διεκδικούμε παρά το δίκαιο μας. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους προγόνους μας, χρέος απέναντι και στους απογόνους μας, να αντισταθούμε και στο χρόνο και στις δυσκολίες κι όχι να παρακολουθούμε παθητικά την οποία δυσμενή για μας εξέλιξη των πραγμάτων. Οφείλουμε να επιλέξουμε πορεία, να επανακαθορίσουμε στόχους και επιδιώξεις, να επανασυνταχθούμε.
Εκατόν ογδόντα εννέα χρόνια από τη μεγαλειώδη θυσία σου, κι υστέρα από ένα υπέροχο απελευθερωτικό αγώνα καν εκατόμβες θυσιών σε δύο παγκόσμιους πολέμους εξακολουθεί να παραμένει σκλαβωμένη η πατρίδα μας, Εθνομάρτυρα Κυπριανέ. Βρισκόμαστε μάλιστα στην πλέον δεινή θέση της ιστορίας μας, με κύρια χαρακτηριστικά ένα ανελέητο εθνικό ξεκαθάρισμα και ένα βάρβαρο εποικισμό της κατεχόμενης γης μας. Η ψυχή μας, όμως μένει αδούλωτη. Και παλεύει και ελπίζει. Δεν δικαιούμαστε να υποστείλουμε τη σημαία του αγώνα. Κάτι τέτοιο θα μας έκανε, αργά ή γρήγορα, θλιβερούς νοσταλγούς, εκ του μακρόθεν, της πατρίδας μας. Υποσχόμαστε πώς δεν θα φάνουμε ανάξιοι της θυσίας και του παραδείγματος σου. Κι είμαστε σίγουροι, πώς, του Θεού συνεργούντος, γρήγορα θα μπορέσουμε να πλέξουμε για σένα το στεφάνι με ελεύθερη δάφνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου