Στην ηλεκτρονική έκδοση της Ελευθεροτυπίας δημοσιεύθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2011 το σχόλιο που ακολουθεί . Αυτό που περιγράφει είναι η πραγματικότητα. Τα επεισόδια που σημειώθηκαν κατά τις παρελάσεις, όσο κι αν θέλησαν τα κανάλια να μας τα παρουσιάσουν διαφορετικά, δεν ήταν συνολικά οργανωμένα ούτε μειοψηφικά εκτελεσμένα.
Ήταν η μόνη διέξοδος να εκφράσει με απόλυτο τρόπο ο ταλαιπωρημένος λαός την οργή και την αγανάκτησή του προς τους πολιτικούς που έχουν οδηγήσει τη χώρα στην καταστροφή. Κανένας από όσους διαμαρτυρήθηκαν δεν στράφηκε κατά των ηρώων προγόνων μας και τα νέα παιδιά δεν αμαύρωσαν την επέτειο με τη στάση τους. Τους αποτυχημένους πολιτικούς αποδοκίμασαν που καμία θέση δεν έχουν στα βάθρα των επισήμων. Κείμενο μεστό με ένα σκληρό υστερόγραφο, που σημαίνει πολλά…
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Τιμούμε τη μνήμη κάποιων ανθρώπων, σημαίνει ότι ακολουθούμε το παράδειγμά τους. Κι αν δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, είτε γιατί δεν είναι δυνατόν να είμαστε όλοι ήρωες είτε γιατί δεν το απαιτούν οι συγκεκριμένες περιστάσεις, τουλάχιστον υποκλινόμαστε στη μνήμη τους, στους αγώνες τους, στις θυσίες τους. Και πάντως, δεν πράττουμε το ακριβώς αντίθετο.
Υπ’ αυτή την έννοια, το γενναίο «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού στην επέλαση του φασιστικού – ναζιστικού άξονα, το τιμούν αυτοί που μάχονται και όχι αυτοί που λιποταχτούν, αυτοί που αγωνίζονται και όχι αυτοί που παραδίνονται, αυτοί που αντιστέκονται και όχι αυτοί που προσκυνούν.
Συνεπώς, το ξέσπασμα της λαϊκής οργής, την ημέρα της 71ης επετείου της 28ης Οκτωβρίου, εναντίον του σάπιου και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, που οδήγησε την Ελλάδα στο κατώφλι της υποτέλειας και της εξαθλίωσης και -ταυτόχρονα- τους Έλληνες στην κοινωνική και οικονομική εξόντωση, είναι η καλύτερη απόδοση τιμής στο έπος του ’40.
Καμία εθνική επέτειος δεν αμαυρώθηκε. Όσοι πολιτικοί μηρυκάζουν, ελαφρά τη καρδία, αυτές τις ανοησίες, ομολογούν εμμέσως πλην σαφώς την ιδιοκτησιακή τους λογική ως προς τις εθνικές επετείους και τη σημασία τους. Θα ήθελαν προφανώς να βλέπουν τους εαυτούς τους, πρώτες μούρες στις εξέδρες και τα μπαλκόνια εορτών και παρελάσεων, στη μνήμη ανθρώπων και αγώνων που εμπνέουν και καθοδηγούν για τα ακριβώς αντίθετα από τα πεπραγμένα αυτών των ιδίων.
Εναντίον τους στράφηκαν οι χιλιάδες των οργισμένων συμπολιτών μας και όχι εναντίον των ηρώων προγόνων. Και τις εκδηλώσεις τους δεν τις οργάνωσε κανένα κόμμα, καμιά πολιτική ομάδα, κανένα καθοδηγητικό κέντρο. Η κυβερνητική πολιτική της τελευταίας διετίας, ως επιστέγασμα μιας εγκληματικής συμπεριφοράς των κομμάτων και των μηχανισμών εξουσίας, για πάνω από τρεις δεκαετίες, αρκούν και περισσεύουν για να οργανωθούν όχι μόνο όσα συνέβησαν την 28η Οκτωβρίου 2011, αλλά και για όσα θα ακολουθήσουν.
Όσοι σπέρνουν ανέμους θερίζουν θύελλες, λέει ένα ρητό. Οι θύελλες έχουν ήδη ξεσπάσει. Οι τυφώνες έπονται...
Υ.Γ.: Δεν έχει κανένα νόημα, ο αξιότιμος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να επικαλείται το παρών που έδωσε στον αγώνα κατά των κατοχικών δυνάμεων, το ’41-’44, αμούστακο παιδί ων. Θα γνωρίζει ασφαλώς ότι εξαίρετοι στρατηγοί, δοξασμένοι ήρωες στα πεδία των μαχών, υπήρξαν τόσο ο Γάλλος Aνρί Φιλίπ Πετέν όσο και ο ημέτερος Γεώργιος Τσολάκογλου...
Κ.Ξ.
(Σημειώσεις δικές μας:
Ο Ανρί Φιλίπ Πεταίν (Henri-Philippe Pétain) (1856 - 1951) ήταν Γάλλος Στρατάρχης και πολιτικός, ήρωας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Γαλλίας κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αμφιλεγόμενος κυρίως για την συνθηκολόγηση του με την Ναζιστική Γερμανία μετά την οποία έγινε αρχηγός του Κράτους του Βισύ.
Ο Γεώργιος Τσολάκογλου του Κωνσταντίνου (1866 - 1948) ήταν Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός, διορισμένος πρωθυπουργός κατά την περίοδο κατοχής της Χώρας 1941 - 1942 από τις δυνάμεις του Άξονα.
Ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, ο Τσολάκογλου συμμετείχε στις κυριότερες μάχες στους Βαλκανικού Πολέμους και στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1940, είχε φθάσει στον βαθμό του αντιστρατήγου και ήταν διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού (Δυτική Μακεδονία). Μετά την επίθεση των Ιταλών κατά τη μάχη του Μόραβα, με επιτυχημένο ελιγμό, και παρά τους δισταγμούς των ανωτέρων του, συνέβαλε στη πλήρη νίκη του υπ' αυτού Σώματος στρατού. Μετά την επίθεση όμως των Γερμανών κατά της Ελλάδος (6 Απρίλίου 1941), την βαθιά στην συνέχεια διείσδυση αυτών προς την Θεσσαλονίκη και την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από το μέτωπο της Βορείο Ηπείρου, ύστερα δε από την αναχώρηση της Ελληνικής πολιτειακής ηγεσίας στην Μέση Ανατολή, ο Τσολάκογλου και ορισμένοι άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί του Στρατού έλαβαν την πρωτοβουλία για συνθηκολόγηση, κρίνοντας εκείνοι πως κάθε αντίσταση στους κατακτητές θα ήταν μάταιη.
Στις 30 Απριλίου 1941 και ώρα 11 το πρωί ο Τσολάκογλου, χωρίς την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου, που είχε αρνηθεί να τον ορκίσει, ορκίσθηκε πρωθυπουργός από μόνος του (- διορίστηκε) στα Παλαιά Ανάκτορα, (σημερινή Βουλή), παρουσία των ανωτάτων διοικητών των δυνάμεων κατοχής, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι τις 2 Δεκέμβρίου 1942. Κατά την πρωθυπουργία του, προσπάθησε να διατηρήσει τη δραχμή ως κατοχικό νόμισμα, πλην όμως η δέσμευσή του από τις Αρχές κατοχής είχε σαν συνέπεια τη συνεχή υποτίμηση, που οδήγησε σε ραγδαίες αυξήσεις τιμών και πείνα, ενώ η χρυσή λίρα τότε αποθησαυριζόταν.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου