«Μα έχασα το
μονάκριβο παιδί μου», θα πει ίσως κάποιος, «που πάνω του στήριζα τόσες ελπίδες».
Και τί μ' αυτό; Ευχαρίστησε
το Θεό, που πήρε το παιδί σου, και τότε δεν θα είσαι κατώτερος από τον Αβραάμ,
που οδήγησε το γιο του Ισαάκ στο βουνό για να τον θυσιάσει, ύστερ' από θεία
εντολή. Όπως εκείνος αγόγγυστα πρόσφερε το μονάκριβο παιδί του στο Θεό, έτσι
πρόσφερέ το κι εσύ, και δεν θα πάρεις μικρότερη αμοιβή.
Μην κλαις,
μη βαρυγγωμάς, μην αναστενάζεις. Πες ό,τι είπε και ο μακάριος Ιώβ, όταν έχασε
όλα του τα παιδιά: «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου τα πήρε. Όπως φάνηκε
καλό στον Κύριο, έτσι κι έγινε. Ας είναι τ' όνομά Του δοξασμένο παντοτινά».
Έτσι
αποστόμωσε και τη γυναίκα του, λέγοντάς της μάλιστα και τούτα τα λόγια, που
προκαλούν το θαυμασμό μας: «Αν δεχτήκαμε από τα χέρια του Κυρίου τα αγαθά, δεν
θα υπομείνουμε και τις συμφορές;» . Έτσι να σκέφτεσαι κι εσύ, καθώς μάλιστα το
παιδί σου δεν έπεσε στα χέρια εχθρού ή κακούργου, αλλά πήγε κοντά στο Θεό, που
φροντίζει γι' αυτό περισσότερο από σένα και που γνωρίζει το συμφέρον του
καλύτερα από σένα. Κοίτα πόσα παιδιά, που βρίσκονται στη ζωή, έκαναν μαρτυρική
τη ζωή των γονιών τους.
«Τα καλά
παιδιά δεν τα βλέπεις;», θα με ρωτήσεις. Και σου απαντώ: Τα βλέπω κι αυτά, η
κατάσταση όμως του δικού σου παιδιού είναι πιο σίγουρη από τη δική τους. Μπορεί
τώρα να είναι καλά, το τέλος τους όμως είναι άγνωστο. Εσύ δεν φοβάσαι πια για
το παιδί σου, μήπως πάθει τίποτα ή μήπως πάρει στραβό δρόμο. Γι' αυτό, σου το
ξαναλέω, μη θρηνείς. Να δοξολογείς μόνο τον Κύριο, όπως έκανε ο Ιώβ.
«Και πώς να
μη θρηνώ», θα πεις, «που δεν είμαι πια πατέρας;». Τί λόγια είναι τούτα; Μήπως
έχασες το παιδί σου; Μάλλον τώρα το έκανες δικό σου και το έχεις πιο σίγουρα.
Δεν έπαψες να είσαι πατέρας. Είσαι μάλιστα κάτι παραπάνω -όχι πια πατέρας ενός
θνητού πλάσματος, μα ενός αθάνατου όντος! Μη νομίζεις ότι έχασες πραγματικά το
παιδί σου, επειδή δεν είναι κοντά σου. Όπως θα συνέχιζε να είναι παιδί σου, αν
είχε μεταναστεύσει σε μακρινή χώρα, έτσι και τώρα, που έφυγε για τον ουρανό.
Βλέποντας,
λοιπόν, τα μάτια του κλειστά, το στόμα του άφωνο και το σώμα του ακίνητο, μη
σκέφτεσαι: «Αυτό το στόμα δεν μιλάει πια, αυτά τα μάτια δεν βλέπουν πια, αυτά
τα πόδια δεν βαδίζουν πια». Αλλά να σκέφτεσαι: «Αυτό το στόμα θα πει καλύτερα
λόγια, αυτά τα μάτια θα δουν ωραιότερα πράγματα, αυτά τα πόδια θα περπατήσουν
στον ουρανό, αυτό το σώμα θ' αναστηθεί άφθαρτο και θα πάρω πίσω το παιδί μου
λαμπρότερο». «Αλλά δεν γνωρίζω που πήγε», ίσως θα μου πεις.
Πώς δεν το
γνωρίζεις; Είτε θεάρεστα έζησε είτε όχι, είναι γνωστό που θα πάει. «Γι' αυτό
ακριβώς κλαίω», θα εξηγήσεις, «γιατί έφυγε φορτωμένο με αμαρτίες». Μα κι αν δεν
είχε αμαρτίες, μήπως δεν θα έκλαιγες και δεν θα βαρυγκωμούσες; Τώρα παραπονιέσαι
στο Θεό και Του λες: «Γιατί μου πήρες το παιδί μου γεμάτο αμαρτίες;». Τότε θα
Του έλεγες: «Γιατί μου πήρες ένα τόσο καλό παιδί;». Και στις δυο περιπτώσεις,
όμως, πρέπει να χαίρεσαι. Αν το παιδί ήταν αμαρτωλό, γιατί έπαψε πια ν'
αμαρτάνει και δεν πρόσθεσε μεγαλύτερο βάρος κακίας στην ψυχή του. Ενώ μάλιστα
δεν μπορούσες να το βοηθήσεις όσο ζούσε, γιατί δεν άκουγε τις συμβουλές σου,
τώρα μπορείς να το βοηθήσεις" όχι με δάκρυα και θρήνους, αλλά με προσευχές
και ελεημοσύνες και προσφορές.
Αυτά
καθορίστηκαν από τους αγίους αποστόλους όχι τυχαία, αλλά με το φωτισμό του
Αγίου Πνεύματος. Ο ιερέας, μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, όταν τελεί τα φρικτά
Μυστήρια του Χριστού, μνημονεύει όχι μόνο τους ζωντανούς, αλλά και τους
νεκρούς, οπότε οι ψυχές ανακουφίζονται. Και όταν εμείς κάνουμε γι' αυτούς
προσφορές στην εκκλησία ή ελεημοσύνες στους φτωχούς, τους προξενούμε κάποια
παρηγοριά, όσο αμαρτωλοί κι αν ήταν. Αν πάλι το παιδί σου ήταν καλό και
ενάρετο, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να λυπάσαι. Γιατί, όπως ο καθαρός κι
ολόλαμπρος ήλιος ανεβαίνει στον ουρανό, έτσι και η καθαρή ψυχή, που εγκαταλείπει
το σώμα, ανεβαίνει ολόλαμπρη, με τη συνοδεία αγγέλων, στο βασίλειο του Θεού.
Αγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου