Η γιαγιά μας τον Αύγουστο του 1922 ήταν δέκα χρονών, σήμερα είναι 99. Οι διηγήσεις της είναι ακόμα και σήμερα ζωντανές όπως και οι μνήμες της. Έχοντας σώας τας φρένας, μας μιλάει για την όμορφη ζωή που ζούσαν στο Κουκλουτζά της Σμύρνης και για τα πλούτη που είχαν αποκτήσει από την καλλιέργεια της εύφορης Μικρασιατικής γης με τον ιδρώτα τους, χωρίς να έχουν γίνει άθλιοι νεόπλουτοι.
Μας λέει για τα κιούπια με τις λίρες και τις πλούσιες σοδιές που ήταν έτοιμες το Σεπτέμβρη για μάζεμα και πούλημα στις μεγάλες και διεθνείς αγορές. Περιγράφει το σπίτι τους (πανέμορφο αρχοντικό) που ζούσαν, όμοιο του οποίου εμείς τα εγγόνια της βλέπουμε στις πλούσιες συνοικίες, αφού είμαστε πλέον μικρομεσαίοι (στην καλύτερη περίπτωση) και βιοπαλαιστές, μην έχοντας πια πλούσιους προγόνους για να μας στηρίξουν.
Μας μιλάει για την ευγενική και χριστιανική Ελλάδα που ζούσε στην Μικρασία εδώ και 4000 χρόνια καθώς και για την πλούσια αλλά πάντα αφιλοχρήματη, μοναδική και πραγματική αστική τάξη που είχαν αναπτύξει οι χριστιανικοί πληθυσμοί, κάνοντας εμάς τους … γνήσιους παλαιοελλαδίτες να ζηλεύουμε.
Και βεβαίως, με την ίδια κάθε φορά πίκρα, μας λέει ότι ακόμη βλέπει μπροστά της τους τρομαγμένους κι απελπισμένους Έλληνες να τρέχουν σαν τρελοί και τους Τούρκους να σκοτώνουν και να βιάζουν κρυφά και φανερά μέσα σε σπίτια, σε αυλές, ακόμη και στην προκυμαία ανάμεσά τους. Μας λέει πως ακόμα θυμάται τις κραυγές των κοριτσιών που τα βίαζαν και τα βασάνιζαν με γνωστούς πια σε όλους τρόπους. Δεν θα ξεχάσει που άκουγε τα ουρλιαχτά των γυναικών ενώ ήταν κρυμμένη με άλλους Έλληνες σε κάτι υπόγεια και η μαμά της τής έκλεινε το στόμα γιατί από το φόβο της φώναζε.
Θυμάται την πείνα που τους θέριζε όταν για μερόνυχτα κρυβόντουσαν σε εκκλησίες και παλιές αποθήκες, φοβούμενοι ακόμα και για την ανάγκη τους να βγουν έξω. Ήταν χαμένοι από κάθε γνωστό τους. Είδε τον πατέρα της και τον παππού της να τους σκοτώνουν οι Τούρκοι. Θείους και λοιπούς συγγενείς να τους παίρνουν και να μην ξαναβλέπουν πια ποτέ κανέναν τους. Έμεινε μόνο η οικογένειά τους χωρίς ίχνος από την όμορφη ζωή τους.
Κι ερχόμενοι εδώ τους περίμενε μόνο φτώχια, δυστυχία και απόρριψη έως και μίσος από τους Ελλαδίτες! Θυμάται ακόμη το βραδινό διαπεραστικό κρύο, στον Πειραιά στο παρκάκι μπροστά από την Αγία Τριάδα, που πάγωνε το μικρό και σχεδόν γυμνό κορμάκι τής ίδιας και των αδελφών της, καθώς κουλουριάζονταν κι αγκαλιαζόντουσαν μεταξύ τους σφιχτά τρέμοντας μήπως και μπορέσουν λίγο να ζεσταθούν.
Κι έρχονται ύστερα και σου λένε για έναν απλό συνωστισμό στην προκυμαία. Σου μιλούν για μια απλή ανταλλαγή πληθυσμών χωρίς άξια λόγου γεγονότα. Περίτρανα υποστηρίζουν ότι δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η τήρηση μιας αναγκαίας μια καθόλα νόμιμης διεθνούς συμφωνίας. Προσπαθούν να πείσουν τα παιδιά σου πως οι ασχήμιες και τα έκτροπα που τυχόν άκουσαν, είναι υπερβολές και αυτοί που τις διαδίδουν είναι επικίνδυνοι για το μέλλον της χώρας. Και βεβαίως συζητούμε πλέον και για τις αποζημιώσεις που διεκδικούν οι φίλοι μας στη Θράκη για τον διωγμό που υπέστησαν!!!
Χωρίς να έχουν ζητήσει ούτε ένα απλό συγνώμη για όλα αυτά που έκαναν τόσους αιώνες στους προγόνους μας, χωρίς να δείχνουν το παραμικρό σημάδι μεταμέλειας της φρικώδους και απάνθρωπης κυριαρχίας τους, χωρίς να κάνουν την παραμικρή κίνηση απόδοσης δικαιοσύνης στους 1.200.000 χριστιανούς που σφαγιάσθηκαν στην Μικρασιατική γή και στους 1.500.000 διωγμένους, στα πλούτη των οποίων χρωστούν την ανάπτυξη της χώρας τους, έρχονται και με θράσος όλο και διεκδικούν, όλο και ζητούν και διαρκώς παραβιάζουν σύνορα και συμφωνίες. Και συνεχίζουν να μας φέρονται σαν τον Σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή, που δυστυχώς οι περισσότεροι έλληνες τρέχουν να παρακολουθήσουν στον μεγάλο διδάσκαλο του γένους μας, ο οποίος διαπλάθει ελεύθερα κι ανεμπόδιστα ήθη και ψυχές μέσα σε κάθε σπίτι.
Και διερωτώμαι, μα είμαστε τόσο κοιμισμένοι και ξεπουλημένοι που καθόμαστε και ακούμε και εκτελούμε ότι μας υποδείξει ο οποιοσδήποτε για το όνομα μιας φιλίας που τελευταία έχει καταντήσει ομοφυλοφιλία; Ξένοι (όπως ο G.Horton) έχουν γράψει ολόκληρα βιβλία για την γενοκτονία και τον ξεριζωμό των Ελλήνων και εμείς οι Έλληνες καθόμαστε και ακούμε λες και μας διαβάζει ο παππούς παραμύθι για να μας πάρει ο ύπνος!
Ποιος να ασχοληθεί όμως με αυτά όταν ελάχιστοι από εκείνους τους ανθρώπους που τα έζησαν βρίσκονται εν ζωή και λίγοι είναι αυτοί (από τις επόμενες γενιές) που ξέρουν και ενδιαφέρονται; Τα κατάφεραν καλά και οι νεώτερες γενιές διδάσκονται μία άπατρη και άθρησκη ιστορία και έναν ξεψυχισμένο Ελληνισμό.
Χωρίς πατρίδα, πίστη και ψυχή, η νεολαία μας αλλά και η Ελλάδα μας είναι καταδικασμένοι σε αργό θάνατο. Ο Αύγουστος του ‘22 απέχει 90 χρόνια απ’ το σήμερα. Λίγοι είναι αυτοί που ζουν ακόμη και θυμούνται. Επομένως, όλοι εσείς που διακαώς θέλετε να ξαναφτιάσετε την ιστορία μας κάντε λίγη υπομονή. Όσοι ακόμη ζουν θα φύγουν. Μετά οι λίγες φωνές που θα μείνουν θα καταντήσουν τόσο γραφικές και μονότονες που θα προκαλούν πλέον απέχθεια και βαρεμάρα στους νεώτερους … ‘φωτισμένους’ που θα διοικούν αυτόν τον τόπο και θα απαξιούν να ασχοληθούν με τέτοια τετριμμένα θέματα. Υπομονή, λοιπόν, λίγα ακόμη χρόνια και τα εμπόδιά σας θα χαθούν, κουράγιο.
Εύχομαι ο Θεός (γιατί από άνθρωπο δεν περιμένω ΤΙΠΟΤΑ) να μην το επιτρέψει.
Ευχαριστούμε πολύ τον ακροατή μας Αμαστάσιο Μ. για την αποστολή αυτής της προσωπικής του ιστορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου